Το Μουσείο της Ακρόπολης
Το Μουσείο της Ακρόπολης είναι αρχαιολογικό Μουσείο
επικεντρωμένο στα ευρήματα του αρχαιολογικού χώρου της Ακρόπολης των Αθηνών.
Το μουσείο κτίστηκε για να στεγάσει κάθε αντικείμενο που έχει βρεθεί
πάνω στον ιερό βράχο της Ακρόπολης και στους πρόποδές του
καλύπτοντας μία ευρεία χρονική περίοδο
από την Μυκηναϊκή περίοδο έως τη Ρωμαϊκή και Παλαιοχριστιανική Αθήνα
ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται πάνω στον αρχαιολογικό χώρο Μακρυγιάννη,
κατάλοιπο των Ρωμαϊκών και πρώιμων βυζαντινών Αθηνών.
Το μουσείο κτίστηκε για να στεγάσει κάθε αντικείμενο που έχει βρεθεί
πάνω στον ιερό βράχο της Ακρόπολης και στους πρόποδές του
καλύπτοντας μία ευρεία χρονική περίοδο
από την Μυκηναϊκή περίοδο έως τη Ρωμαϊκή και Παλαιοχριστιανική Αθήνα
ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται πάνω στον αρχαιολογικό χώρο Μακρυγιάννη,
κατάλοιπο των Ρωμαϊκών και πρώιμων βυζαντινών Αθηνών.
Το νέο κτήριο του μουσείου
θεμελιώθηκε το 2003
και άνοιξε για το κοινό στις 21 Ιουνίου 2009.
Στις 20
Ιουνίου του 2009, πραγματοποιήθηκαν, μεγαλοπρεπώς, τα εγκαίνια του Μουσείου
από
τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια, παρουσία του Προέδρου της ΕΕ
και πλήθους ξένων ηγετών.
Ο τότε
υπουργός Πολιτισμού Αντώνης Σαμαράς, σε μια συμβολική κίνηση,
που
μεταδόθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο, τοποθέτησε κομμάτι μαρμάρου
που επεστράφη από
το Μουσείο του Βατικανού, σε μετόπη του Παρθενώνα.
Η κίνηση αυτή συμβόλισε το ελληνικό αίτημα για
επανένωση των μαρμάρων
στο νέο Μουσείο της Ακρόπολης.
Εκτίθενται περίπου 4.000
αντικείμενα σε ένα χώρο 14.000 τετραγωνικών μέτρων.
Πρόεδρος του οργανισμού του
μουσείου είναι ο επίτιμος καθηγητής Αρχαιολογίας
του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, Δημήτριος Παντερμαλής.
Το πρώτο μουσείο για τα
ευρήματα της Ακρόπολης
θεμελιώθηκε στα νοτιοανατολικά του Παρθενώνα στις
30 Δεκεμβρίου 1865
και ολοκληρώθηκε το 1874
σε σχέδια του αρχιτέκτονα Παναγή Κάλκου.
Λίγα χρόνια αργότερα, στις
ανασκαφές του 1885–1890, ανακαλύφθηκαν τα γλυπτά
που είχαν καταστρέψει οι Πέρσες κατά τηνΔεύτερη περσική εισβολή στην Ελλάδα
και το μικρό μουσείο παρουσίασε ανάγκη
για περισσότερο χώρο.
Γι' αυτόν τον λόγο κατασκευάστηκε στα 1888 ένα μικρότερο
κτήριο στα ανατολικά
του υπάρχοντος κτηρίου, στο οποίο τοποθετήθηκαν οι
λιγότερο σημαντικές αρχαιότητες.
Κατά την διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου
πολλά από τα εκθέματα αποθηκεύτηκαν
στα υπόγεια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου
και στις σπηλιές των γειτονικών λόφων.
Επανήλθαν στο μουσείο μετά το τέλος του πολέμου και τοποθετήθηκαν προσωρινά στα
1946 και 1947.
Στα 1953 άρχισαν οι εργασίες
για την επέκταση του μουσείου
σε σχέδια του αρχιτέκτονα Πάτροκλου Καραντινού:
Κατεδαφίστηκε το
μικρότερο κτίριο, κτίστηκαν νέες αίθουσες και άλλαξε η διαρρύθμιση των παλιών.
Οι πρώτες αίθουσες άνοιξαν το 1956 και η επανέκθεση ολοκληρώθηκε το 1964
με την
επιμέλεια του αρχαιολόγουΓιάννη Μηλιάδη.
Παρά τις διαδοχικές επεκτάσεις το κτίριο δεν
είχε τις δυνατότητες έκθεσης των ευρημάτων
που σταδιακά ανακαλύφθηκαν στον
βράχο, ώστε ήδη από το 1974 εγέρθηκε
το θέμα της οικοδόμηση ενός νέου κτιρίου.
Πηγή el.wikipedia.org
Συντακτική Ομάδα: Κατερίνα, Ε΄τάξη
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου